Όλα τά ’χαμε, ο πόλεμος μάς έλειπε. Ευκαιρία για τοποθετήσεις «στα χαμηλά», ή συναγερμός για πλήρη αποεπένδυση;

Αν οι αγορές έδιναν πολλές πιθανότητες η επίθεση της Χαμας να αποσταθεροποιήσει τις οικονομίες, θα βλέπαμε άλλες, πολύ μεγαλύτερες ποσοστιαίες απώλειες.

Και χωρίς να υποτιμούμε καθόλου την κρισιμότητα του ζητήματος, μα ούτε και το ανυπολόγιστο σε ανθρώπινες ζωές, θεωρούμε ότι η κρίση θα παρέλθει αργά ή γρήγορα.

Τουλάχιστον σε χρηματοοικονομικό επίπεδο.

Και αυτό διότι αφενός η πληγείσα περιοχή έχει πολύ μακρύ ιστορικό τέτοιων συγκρούσεων (αν και όχι σε τέτοια κλίμακα), αφετέρου η γεωστρατηγική ανάλυση δεν μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε άλλο συμπέρασμα. Εξάλλου, ενθυμούμενοι την πιο πρόσφατη τέτοιου είδους κρίση (Γάζα, 2014), η επιχειρηματολογία αυτή αποκτά μεγαλύτερη αξία λόγω του τότε μικρού αντίκτυπου στις χρηματαγορές.

Ωστόσο, οι προεκτάσεις αυτού αφορούν σε διπλωματικές ζυμώσεις που δεν άπτονται της θεματολογίας μας, πλην όμως επιβεβαιώνουν την πεποίθηση πως κάθε τέτοια αναταραχή δημιουργεί νευρικότητα στις αγορές.

Εστιάζοντας στη συγκεκριμένη, τα βλέμματα στρέφονται στην τιμή του πετρελαίου και τις αντίστοιχες αποφάσεις των Μεσανατολιτών παραγωγών, συνυπολογίζοντας ότι ο μαύρος χρυσός βαραίνει (μαζί με το φυσικό αέριο) την πληθωριστική εξίσωση.

Εξετάζοντας μάλιστα και τη συγκυρία, όπου οι κεντρικές τράπεζες είναι ήδη «στα όριά τους» ως προς το ύψος των επιτοκίων και την εν γένει στάση τους, μπορούμε να δούμε γιατί το χτύπημα στο Ισραήλ έχει ανησυχήσει τις αγορές.

Επομένως, μια κλιμάκωση των συγκρούσεων σε συνδυασμό με τις όποιες αποφάσεις παρθούν επί αυτής, εύκολα θα οδηγούσε σε εκτίναξη τιμών πετρελαίου, που με τη σειρά της θα οδηγούσε σε επιπλέον πληθωριστικές πιέσεις, που και αυτές θα ηλέκτριζαν την ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα σε νομισματικό επίπεδο.

Άλλο είναι το ζήτημα της εμπλοκής (ή όχι) του Ιράν, εφόσον δεχτούμε τη βούληση του Ανώτατου Ηγέτη Χαμενεϊ να εμποδίσει την προσέγγιση συμφερόντων Ισραήλ με Σ. Αραβία και ΗΑΕ. Κάτι που επεκτείνεται σε μια αναμενόμενη απάντηση (ή απευθείας εμπλοκή) των ΗΠΑ.

Πλέον, οι αγορές στέκονται διστακτικές ενώπιον μιας τέτοιας εικόνας, εξου και οι ρευστοποιήσεις σε όλα τα Χρηματιστήρια. Προς το παρόν, αναδεικνύονται φόβοι μετρίου μεγέθους, που αποτυπώνονται σε απλή έλλειψη αγοραστικής διάθεσης και περαιτέρω αδυναμίας να απορροφηθούν οι ρευστοποιήσεις.

Στο ελληνικό Χρηματιστήριο, ο πόλεμος μάς βρήκε σε ήδη αρνητικό έδαφος, μετά την προ πολλών συνεδριάσεων απώλεια των 1220 μονάδων.

Μάλιστα, η εξ αρχής υπεραπόδοση εν είδει προξόφλησης, μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, φαίνεται αφενός να ευνόησε ρευστοποιήσεις που είχαν ακόμα και μέτρια κέρδη, αφετέρου να εγκλώβισε αρκετούς που επανατοποθετήθηκαν στο πρώτο κομμάτι του πτωτικού σκέλους, και δεν τήρησαν τα στοπ τους (ή δεν είχαν τέτοια).

Και αν βάλουμε στη συνάρτηση και τον μονοτασικό χαρακτήρα του Χρηματιστηρίου μας, επεξηγείται ικανοποιητικά η κακή εικόνα μας.

Εν πολλοίς, από αυτά τα επίπεδα και μέχρι τη ζώνη των 1050 αρχίζει και αποκτά μακροπρόθεσμο ενδιαφέρον η όποια προσπάθεια (επιφυλακτικών) τοποθετήσεων, ειδικότερα σε τίτλους που «αξίζουν» την προσοχή μας σε χρηματοοικονομικό επίπεδο, με αντικείμενο που δεν θα εκτεθεί εύκολα σε εξωτερικά σοκ και με καλή εξωστρέφεια.

Τέλος, συνεχίζουμε να προτιμούμε τίτλους που ανθίστανται καλύτερα, καθώς έτσι εξασφαλίζουμε ότι η μετοχική βάση είναι αν μη τί άλλο υπαρκτή και συμπαγής. Εναλλακτικά, μεταστρέφουμε και ένα μέρος του χαρτοφυλακίου σε ομολογίες ή και έντοκα, με τα μετρητά επίσης να έχουν ειδικό βάρος, για άμεση αντίδραση όποτε χρειαστεί.

Διαβάστε όλο το άρθρο εδώ

Μην ξεχάσετε να μπείτε στην κοινότητά μας!

Πατήστε ΕΔΩ


Άλλες δημοσιεύσεις:

Επιστροφή στον Οικονομικό Τύπο